ντοτρίνα

ντοτρίνα
η (Μ ντοττρίνα)
(διαλ.)
1. διδασκαλία
2. το περιεχόμενο τής διδασκαλίας, οι γνώσεις
3. μόρφωση, παιδεία, γράμματα
4. πολυμάθεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. dottrina «διδασκαλία, πολυμάθεια, επιστήμη» < λατ. doctrina «διδασκαλία, παιδεία, επιστήμη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”